Για το δεύτερο σκέλος, απάντησα ήδη. Η παρέμβαση του κράτους θα έπρεπε να είναι θεμιτή μόνο αν προστατεύει έννομο δικαίωμα, ή, αν προτιμάς, αν προστατεύει κάποια ελευθερία ενός ατόμου. Όπως η υγεία, στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Από την άλλη, αν κάποιος ενοχλείται από την οποιαδήποτε συμπεριφορά άλλου ατόμου, χωρίς όμως αυτή να του προκαλεί ζημία, ε, σκασίλα μας, δεν υπάρχει κανένας λόγος να αναμιγνύεται το κράτος.
Αν το παθητικό κάπνισμα προκαλεί ζημιά δεν είναι θέμα πίστης, είναι πόρισμα επιστημονικής παρατήρησης. Γνωρίζουμε ότι το παθητικό κάπνισμα αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου και καρδιακών παθήσεων.
Από εκεί και πέρα, ιδανικά δεν θα χρειαζόταν καμία τέτοιας μορφής απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, στον βαθμό όπου δεν υπάρχει αναγκαστική έκθεση στον καπνό. Θα μπορούσαν, παραδείγματος χάριν, όσοι ανησυχούν για το παθητικό κάπνισμα, να προτιμούν καφετέριες, εστιατόρια, κλπ που, με δική τους πρωτοβουλία, απαγορεύουν το κάπνισμα για να αντλήσουν τέτοιους πελάτες. Ή να προτιμούν μπαράκια με καλό εξαερισμό. Αν γνωρίζετε ότι ένα κατάστημα δεν έχει καλό εξαερισμό και μέχρι να φύγετε θα μυρίζει μέχρι και το σώβρακο σας καπνίλα, ε, συγγνώμη, αλλά εσείς φταίτε που πηγαίνετε εκεί ενώ το ξέρατε, δε χρειάζεται να γκρινιάζετε στον μπαμπά-κράτος για να σας προστατεύσει από την βλακεία σας.
Υπάρχει μόνο ένα σημείο το οποίο είναι, στην πραγματικότητα, προβληματικό, η έκθεση των υπαλλήλων, οι οποίοι δεν έχουν τα ίδια περιθώρεια επιλογής, δεδομένης της εξάρτησης από τον εργοδότη. Σε αντίθεση με τον πελάτη που μπορεί να επιλέξει μαγαζιά μη-καπνιστών, ο υπάλληλος δεν έχει την πρακτικά την ίδια ελευθερία να επιλέξει επαγγελματικό περιβάλλον.
Αυτός είναι και ο μόνος λόγος που μπορώ να ανεχθώ την απαγόρευση, και δεν είναι και πολύ καλός λόγος, γιατί αντίστοιχα κάποιοι καταλήγουν να επιλέγουν επαγγέλματα τα οποία είναι πολύ χειρότερα για την υγεία τους.