η ακριβής διατύπωση είναι πως τα ηπειρώτικα ακριβώς επειδή γαμάνε και είναι και πεντατονίλα που κολλάει πιο εύκολα με τη ροκ κλπ προσθέτουν πολύ στον ήχο των vic όπως ήταν τα χάλκινα κλπ με τους δάρνακες (που πράγματι το κάνανε πιο προσεγμένα)
πολύ ωραίο δισκάκι άντε με το καλό, τα κόψε ράψε από tool συγχωρούνται επίσης αντιλαμβάνομαι ότι έχω σχεδόν ξεχάσει την ύπαρξη των tool
14-04-2014, 15:59
overdriven
Αυτό που νομίζω ότι δεν αντιλαμβάνονται ορισμένοι (και δικαίως) είναι ο καημός που προκαλεί σε κάποιους ανθρώπους η Ηπειρώτικη μουσική. Δεν τίθεται θέμα "ανωτερότητας" ή οτιδήποτε άλλο. Στον δίσκο των VIC δεν ακούω ένα σύνολο rock και κλαρίνου, ακούω ηπειρώτικη μουσική με την οποία μεγάλωσα και αποτελεί τη μόνη μουσική που καταφέρνει να "μιλήσει" μέσα μου με τόσο μεγάλη ένταση.
Αυτό απέχει πάρα πολύ από το "rock και κλαρίνο". Κλαρίνο έχει και η Έφη Θώδη για παράδειγμα αλλά η μουσική αυτή δεν έχει να κάνει σε τίποτα με όσα ακούγονται εδώ.
14-04-2014, 16:46
ion_storm
Quote:
Originally Posted by overdriven
Αυτό που νομίζω ότι δεν αντιλαμβάνονται ορισμένοι (και δικαίως) είναι ο καημός που προκαλεί σε κάποιους ανθρώπους η Ηπειρώτικη μουσική. Δεν τίθεται θέμα "ανωτερότητας" ή οτιδήποτε άλλο. Στον δίσκο των VIC δεν ακούω ένα σύνολο rock και κλαρίνου, ακούω ηπειρώτικη μουσική με την οποία μεγάλωσα και αποτελεί τη μόνη μουσική που καταφέρνει να "μιλήσει" μέσα μου με τόσο μεγάλη ένταση.
Αυτό απέχει πάρα πολύ από το "rock και κλαρίνο". Κλαρίνο έχει και η Έφη Θώδη για παράδειγμα αλλά η μουσική αυτή δεν έχει να κάνει σε τίποτα με όσα ακούγονται εδώ.
Γιατι μούτζες αυτό το ποστ?
Για κάποιον από τα εκεί μέρη παίζουν και άλλα πράγματα ρόλο, εκτός από τις ωραίες πεντατονικές που δένουν με τις κιθάρες.
14-04-2014, 16:51
stam and the witches
Συγγνώμη, δεν είναι ροκ και κλαρίνο; Δηλαδή τι είναι;
14-04-2014, 17:33
Keeper Of The Seventh Son
to na mou rxontai sto mialo oi orphaned land einai normal? an nai, einai normal na ksenerwnw?
14-04-2014, 18:56
my_troubled_Mind
1. όχι.
2. προφανώς.
14-04-2014, 18:57
Phantom Duck
όχι αν έχεις μεγαλώσει δίπλα στο γήπεδο της μακάμπι.
14-04-2014, 19:08
Keeper Of The Seventh Son
zw pantws konta sto ntaxaou
14-04-2014, 19:56
Dr.Gonzo
Σεντόνι.
Spoiler
Λοιπόν, επειδή το παθαίνουν αρκετοί Ηπειρώτες. Δεν ξέρω αν το παθαίνουν και αλλού στην Ελλάδα ή οπουδήποτε, αλλά ειδικά στην Ήπειρο το παθαίνουν σίγουρα.
Το διαμέρισμα της Ηπείρου είναι γεωγραφικά ιδιόμορφο. Είναι στην ουσία ένα μεγάλο κομμάτι της οροσειράς της Πίνδου, δύσβατο, αφιλόξενο, με σκληρούς χειμώνες και συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ελλάδας, στερημένο από φυσικούς πόρους (για καλλιέργεια, αλιεία κλπ).
Σαν αποτέλεσμα, στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και μέχρι και τον 19ο αιώνα οι Ηπειρώτες ασχολήθηκαν κυρίως με: Γράμματα (συν Εκκλησία, μοναστήρια κλπ), εμπόριο (ταξίδια, καραβάνια, "κερατζήδες", συναλλαγές με Κων/πολη, Βαλκανικές χώρες κλπ)... και η κύρια λαϊκή μάζα με οικιακή οικονομία (μποστάνι, χωραφάκι, οικιακή κτηνοτροφία - λίγα πρόβατα κλπ). Πείνα δηλαδή και ανέχεια, για το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού.
Στα χρόνια του 20ου αιώνα, ελεύθερη πλέον η Ήπειρος και κομμάτι της νεότερης Ελλάδας, άλλαξε "χαρακτήρα" προς μια αρκετά συγκεκριμένη κατεύθυνση (και θα φτάσω και στους VIC): Οι κάτοικοι του εν λόγω τόπου βρέθηκαν με τους ανέκαθεν ελάχιστους φυσικούς πόρους στα χέρια τους, θεατές και συμμετέχοντες σε μεγάλες πολεμικές αναμετρήσεις που έλαβαν χώρα στα βουνά της Πίνδου στο πρώτο μισό του αιώνα και βάλε... και με τον πλούτο συγκεντρωμένο, αναμενόμενα, σε ελάχιστους εκλεκτούς. Ο λαός δεν είχε τι να κάνει, δεν είχε ορίζοντα πέρα από την πρωτογενή παραγωγή, που λόγω του τόπου περιορίζονταν σε οικιακό ή μικρο-συνεταιριστικό επίπεδο και επιπρόσθετα, από γενιά σε γενιά μεταφέρονταν ο αναλφαβητισμός και η πενιχρή τεχνική κατάρτιση σε οτιδήποτε, πέρα των βασικών βιοτικών δεξιοτήτων του "κατοίκου ενός φτωχού χωριού".
...και κάπου εκεί το 60 και μετά άρχισαν να γεμίζουν τα καράβια για την Αμερική, την Αυστραλία και τα τρένα για την Γερμανία...
Αυτό που συνέβη σε όλη την Ελλάδα, στην Ήπειρο συνέβη σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό, που άλλαξε ριζικά την κοινωνία. Οι (περισσότεροι) Ηπειρώτες έχουν μέσα τους μια τραυματική νοσταλγία για την ιδιαίτερη πατρίδα τους. Αυτό μεταφέρεται βιωματικά από γενιά σε γενιά. Ακόμα και για εμένα, που γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, το βιώματα της ξενιτιάς πέρασαν μέσα μου σχεδόν ακέραια!... από τις εμπειρίες στις (κάποτε εξαιρετικά ζωηρές) Αδελφότητες απόδημων συγχωριανών στην Αθήνα, που ήταν ασφαλώς μέλη η οικογένειά μου, από την σχέση μου με στενούς, αγαπημένους μου συγγενείς ...σε Βέλγιο... Αυστραλία... από την επαφή με την Ήπειρο όλη μου την ζωή, που μπορεί να είχε την μορφή καλοκαιρινών διακοπών για παράδειγμα, αλλά την χαρακτήριζε η πάγια ...αγωνία των δικών μου στο να μου δείξουν από που ήρθαν, τι τρόπο ζωής και τι κουλτούρα άφησαν πίσω, για χάρη λιγότερο σκληρών συνθηκών διαβίωσης.
Φυσικά οι απόγονοι των μεταναστών του 60 και του 70 έχουν πλέον δικές τους οικογένειες και αυτά τα επώδυνα, νοσταλγικά συναισθήματα αμβλύνονται με τον χρόνο όλο και περισσότερο.
Αλλά εγώ, όπως και άλλοι γιούζερς, είμαι 30+... Έχω προλάβει να ζήσω πολλές φορές τις σκηνές του καλοκαιρινού πανηγυριού, όπου ο θείος από την ξενιτιά ακούει στο κλαρίνο τους ήχους που τον πάνε στην παιδική και εφηβική ηλικία που άφησε πίσω... και κλαίει, γοερά, ενώ χορεύει, μέχρι να βγει ο ήλιος την άλλη μέρα... και έχει δώσει στον μουσικό ότι λεφτά έχει (τα πάντα, κυριολεκτικά) προκειμένου να εξαγοράσει λίγες παραπάνω στιγμές από αυτή την θαλπωρή που νιώθει γυρίζοντας πίσω, από εκεί που έφυγε...
Για πάρα πολλούς ανθρώπους, κάποια τραγούδια που διασκευάζουν οι VIC, είναι ένας "κωδικός", ένα αυτόματο συναίσθημα που ξυπνάει με τις πρώτες φράσεις και διοχετεύει όλες τις όμορφες στιγμές που δεν εκτιμήθηκαν, όλη την αγάπη που δεν εκφράστηκε, όλες τις προσδοκίες που δεν υλοποιήθηκαν... Ειδικά με τους Ηπειρώτες και την πεντατονία του Πωγωνίου (μην ανοίξουμε κουβέντα για πολυφωνικά), πρόκειται πραγματικά για ...κωδικοποιημένες φράσεις, οι μελωδίες καθαυτές, που χτυπάνε σε πολύ, πολύ έντονα συναισθήματα, τα οποία έχουν αγγίξει τον καθένα λιγότερο ή περισσότερο.
Οι VIC φαίνονται καλά παιδιά (δεν είναι ποζέρια), ξέρουν από βέσπα, χωρίς να θέτουν προδιαγραφές για την υπερμπάντα του μέλλοντος, φαίνεται ότι κάνουν αυτό που κάνουν με μεράκι, δεν θα χάσουμε τον ύπνο μας ναι, αλλά τους αγαπάμε και το CD το πήραμε για να υποστηρίξουμε... και γιατί με τα κλαρίνα κλαίμε και μέταλς είμασταν και θα είμαστε μέχρι ψόφο, οπότε... να γιατί τόσος ντόρος με την Άμστελ.
Αλησμονώ και χαίρομαι, θυμάμαι και δακρύζω (λυπιούμαι)
θυμήθηκα την ξενιτιά και θέλω να πηγαίνω.
Σήκω, μάνα μ’ και ζύμωσε καθάριο παξιμάδι
(να πάρει ο γιος στη στράτα του στης ξενιτάς το δρόμο.)
Με δάκρυα βάζει το νερό με πόνους το ζυμώνει
(με πόνους βάζει το νερό με δάκρυα το ζυμώνει)
και με τα αναστενάγματα βάνει φωτιά στο φούρνο.
(και με πολύ παράπονο βάζει φωτιά στο φούρνο)
Άργησε φούρνε να καείς και συ ψωμί να γένεις
για να διαβεί η συντροφιά κι ο γιος μου να μη φύγει.
(για να περάσει ο κερατζής κι ο γιος μου ν' απομείνει)
και να προσθέσω πως αυτό το πάντρεμα (πολύ πιο όμορφο κατά τη γνώμη μου) παραδοσιακής μουσικής και ροκ -και δη Tool- το έκαναν οι Δάρνακες περισσότερο από 4 χρόνια πριν.
Τεχνικά μιλώντας, έχουν γίνει μωρέ αυτά χρόνια τώρα και όχι μόνο στη ροκ, παντού. Γενικώς δε καταλαβαίνω γιατί γκρινιάζετε, είναι πιο νορμαλ οι 18012910 μπάντες της ελληνικής σκηνής που μπερδεύουν το μπραχάμι με το τέξας;
Λοιπόν, επειδή το παθαίνουν αρκετοί Ηπειρώτες. Δεν ξέρω αν το παθαίνουν και αλλού στην Ελλάδα ή οπουδήποτε, αλλά ειδικά στην Ήπειρο το παθαίνουν σίγουρα.
Το διαμέρισμα της Ηπείρου είναι γεωγραφικά ιδιόμορφο. Είναι στην ουσία ένα μεγάλο κομμάτι της οροσειράς της Πίνδου, δύσβατο, αφιλόξενο, με σκληρούς χειμώνες και συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ελλάδας, στερημένο από φυσικούς πόρους (για καλλιέργεια, αλιεία κλπ).
Σαν αποτέλεσμα, στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και μέχρι και τον 19ο αιώνα οι Ηπειρώτες ασχολήθηκαν κυρίως με: Γράμματα (συν Εκκλησία, μοναστήρια κλπ), εμπόριο (ταξίδια, καραβάνια, "κερατζήδες", συναλλαγές με Κων/πολη, Βαλκανικές χώρες κλπ)... και η κύρια λαϊκή μάζα με οικιακή οικονομία (μποστάνι, χωραφάκι, οικιακή κτηνοτροφία - λίγα πρόβατα κλπ). Πείνα δηλαδή και ανέχεια, για το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού.
Στα χρόνια του 20ου αιώνα, ελεύθερη πλέον η Ήπειρος και κομμάτι της νεότερης Ελλάδας, άλλαξε "χαρακτήρα" προς μια αρκετά συγκεκριμένη κατεύθυνση (και θα φτάσω και στους VIC): Οι κάτοικοι του εν λόγω τόπου βρέθηκαν με τους ανέκαθεν ελάχιστους φυσικούς πόρους στα χέρια τους, θεατές και συμμετέχοντες σε μεγάλες πολεμικές αναμετρήσεις που έλαβαν χώρα στα βουνά της Πίνδου στο πρώτο μισό του αιώνα και βάλε... και με τον πλούτο συγκεντρωμένο, αναμενόμενα, σε ελάχιστους εκλεκτούς. Ο λαός δεν είχε τι να κάνει, δεν είχε ορίζοντα πέρα από την πρωτογενή παραγωγή, που λόγω του τόπου περιορίζονταν σε οικιακό ή μικρο-συνεταιριστικό επίπεδο και επιπρόσθετα, από γενιά σε γενιά μεταφέρονταν ο αναλφαβητισμός και η πενιχρή τεχνική κατάρτιση σε οτιδήποτε, πέρα των βασικών βιοτικών δεξιοτήτων του "κατοίκου ενός φτωχού χωριού".
...και κάπου εκεί το 60 και μετά άρχισαν να γεμίζουν τα καράβια για την Αμερική, την Αυστραλία και τα τρένα για την Γερμανία...
Αυτό που συνέβη σε όλη την Ελλάδα, στην Ήπειρο συνέβη σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό, που άλλαξε ριζικά την κοινωνία. Οι (περισσότεροι) Ηπειρώτες έχουν μέσα τους μια τραυματική νοσταλγία για την ιδιαίτερη πατρίδα τους. Αυτό μεταφέρεται βιωματικά από γενιά σε γενιά. Ακόμα και για εμένα, που γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, το βιώματα της ξενιτιάς πέρασαν μέσα μου σχεδόν ακέραια!... από τις εμπειρίες στις (κάποτε εξαιρετικά ζωηρές) Αδελφότητες απόδημων συγχωριανών στην Αθήνα, που ήταν ασφαλώς μέλη η οικογένειά μου, από την σχέση μου με στενούς, αγαπημένους μου συγγενείς ...σε Βέλγιο... Αυστραλία... από την επαφή με την Ήπειρο όλη μου την ζωή, που μπορεί να είχε την μορφή καλοκαιρινών διακοπών για παράδειγμα, αλλά την χαρακτήριζε η πάγια ...αγωνία των δικών μου στο να μου δείξουν από που ήρθαν, τι τρόπο ζωής και τι κουλτούρα άφησαν πίσω, για χάρη λιγότερο σκληρών συνθηκών διαβίωσης.
Φυσικά οι απόγονοι των μεταναστών του 60 και του 70 έχουν πλέον δικές τους οικογένειες και αυτά τα επώδυνα, νοσταλγικά συναισθήματα αμβλύνονται με τον χρόνο όλο και περισσότερο.
Αλλά εγώ, όπως και άλλοι γιούζερς, είμαι 30+... Έχω προλάβει να ζήσω πολλές φορές τις σκηνές του καλοκαιρινού πανηγυριού, όπου ο θείος από την ξενιτιά ακούει στο κλαρίνο τους ήχους που τον πάνε στην παιδική και εφηβική ηλικία που άφησε πίσω... και κλαίει, γοερά, ενώ χορεύει, μέχρι να βγει ο ήλιος την άλλη μέρα... και έχει δώσει στον μουσικό ότι λεφτά έχει (τα πάντα, κυριολεκτικά) προκειμένου να εξαγοράσει λίγες παραπάνω στιγμές από αυτή την θαλπωρή που νιώθει γυρίζοντας πίσω, από εκεί που έφυγε...
Για πάρα πολλούς ανθρώπους, κάποια τραγούδια που διασκευάζουν οι VIC, είναι ένας "κωδικός", ένα αυτόματο συναίσθημα που ξυπνάει με τις πρώτες φράσεις και διοχετεύει όλες τις όμορφες στιγμές που δεν εκτιμήθηκαν, όλη την αγάπη που δεν εκφράστηκε, όλες τις προσδοκίες που δεν υλοποιήθηκαν... Ειδικά με τους Ηπειρώτες και την πεντατονία του Πωγωνίου (μην ανοίξουμε κουβέντα για πολυφωνικά), πρόκειται πραγματικά για ...κωδικοποιημένες φράσεις, οι μελωδίες καθαυτές, που χτυπάνε σε πολύ, πολύ έντονα συναισθήματα, τα οποία έχουν αγγίξει τον καθένα λιγότερο ή περισσότερο.
Οι VIC φαίνονται καλά παιδιά (δεν είναι ποζέρια), ξέρουν από βέσπα, χωρίς να θέτουν προδιαγραφές για την υπερμπάντα του μέλλοντος, φαίνεται ότι κάνουν αυτό που κάνουν με μεράκι, δεν θα χάσουμε τον ύπνο μας ναι, αλλά τους αγαπάμε και το CD το πήραμε για να υποστηρίξουμε... και γιατί με τα κλαρίνα κλαίμε και μέταλς είμασταν και θα είμαστε μέχρι ψόφο, οπότε... να γιατί τόσος ντόρος με την Άμστελ.
Αλησμονώ και χαίρομαι, θυμάμαι και δακρύζω (λυπιούμαι)
θυμήθηκα την ξενιτιά και θέλω να πηγαίνω.
Σήκω, μάνα μ’ και ζύμωσε καθάριο παξιμάδι
(να πάρει ο γιος στη στράτα του στης ξενιτάς το δρόμο.)
Με δάκρυα βάζει το νερό με πόνους το ζυμώνει
(με πόνους βάζει το νερό με δάκρυα το ζυμώνει)
και με τα αναστενάγματα βάνει φωτιά στο φούρνο.
(και με πολύ παράπονο βάζει φωτιά στο φούρνο)
Άργησε φούρνε να καείς και συ ψωμί να γένεις
για να διαβεί η συντροφιά κι ο γιος μου να μη φύγει.
(για να περάσει ο κερατζής κι ο γιος μου ν' απομείνει)