Η ρίζα της λέξης perversion είναι το ρήμα pervertere που κυριολεκτικά σημαίνει στρίβω λάθος και μεταφορικά διαφθείρω. Χρησιμοποιήθηκε τον 17αι. για μη αποδεκτά κοινωνικά άτομα. Σεξουαλικά χρησιμοποιήθηκε από τον 19αι. (κυρίως για τους ομοφυλόφυλους) για να περιγράψει τις κοινωνικά μη αποδεκτές μορφές του σεξουαλικού ενστίκτου. Έτσι το χρησιμοποίησε και η ψυχιατρική, απλώς αντί να εμπλέξει το θεό έμπλεξε την παρεκτροπή από αυτό που θεωρούσε ως το στόχο της σεξουαλικής πράξης. Τουλάχιστον, όσο πάει το διορθώνει.
Σήμερα, ο όρος δεν είναι αποδεκτός από την επιστήμη (επισήμως τουλάχιστον, από όσους δηλαδή κατασκευάζουν τις επιστημονικές αλήθειες), ενώ από την κοινωνία χρησιμοποιείται ακόμη με άκρως αρνητική σημασία (όπως και ο νέος όρος της παραφιλίας). Χρησιμοποιείται δηλαδή όπως χρησιμοποιούνταν πάντα, δεν αλλάζουμε εμείς τον τρόπο χρήσης.
Κατά τ' άλλα, όλες αυτές οι συμπεριφορές, εκτός του ότι δεν χαρακτηρίζονται έτσι πλέον, δεν είναι ένα και το αυτό. Εντάσσονται σε διαφορετικές κατηγορίες (οι οποίες σκεπάζονται από την ομπρέλα της παραφιλίας), έχουν διαφορετικά κριτήρια διάγνωσης, διαφορετικές προϋποθέσεις κ.λπ. Ακόμη και διαχωρισμός μεταξύ ζωοφιλίας και κτηνοβασίας υπάρχει. Το πρώτο είναι πιο κοντά στην κατηγορία του σεξουαλικού προσανατολισμού, όπως είναι η ετεροφυλοφιλία, η ομοφυλοφιλία κ.λπ.
Paraphilias are defined in the DSM-IV-TR as:
intense, recurring sexual fantasies, sexual urges or behaviors that involve
non-human objects, children or non-consenting adults, suffering or humiliation (to self or to others)
Two additional criteria from the DSM-IV are used in the diagnosis of a paraphilia:
The behavior has lasted at least 6 months
It causes clinically significant distress or impairment in social, occupational or other important areas of life.
Ωστόσο, ασχέτως της κατηγοριοποίησης, του αν κάποια από αυτές τις συμπεριφορές προκαλεί προβλήματα, αν κάνει κακό στην κοινωνία κ.λπ., το "φυσιολογικό" είναι πάντοτε κοινωνικά κατασκευασμένο. Κάθε σεξουαλική συμπεριφορά αποτελεί την κατάσταση των πραγμάτων και ως τέτοια είναι φυσιολογική. Όλα τα υπόλοιπα είναι η κοινωνική προσπάθεια εξήγησης και νοηματοδότησης της κατάστασης των πραγμάτων, δηλαδή της πραγματικότητας, και ως τέτοια είναι πάντοτε υποκειμενική και μεροληπτική.