Originally Posted by
rat_poison
Στρατής Τσίρκας: Η λέσχη
Από τη μέρα που έπαψα τις σχέσεις με τις κομμένες κεφαλές (τις ακούω μόνο μέσα στον ξυπνό εφιάλτη μου) είμαι σαν πελαγωμένος. Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Πασχίζω από κάπου να πιαστώ. Η ζωή μου σκόρπισε σαν τα κεχλιμπάρια που τους κόπηκε η κλωστή. Δεν έχει συνοχή μήτε βάρος. Άλλοτε σκέψεις και πράξεις περπατούσαν μαζί, για τον ίδιο στόχο. Ζούσα γυρισμένος τα μέσα έξω, αυτό ναι, αλλά ήμουν εγώ, σουλουπωμένος άνθρωπος. Από πού ερχόμουν και πού πήγαινα, το ήξερα. Δεν είχα ψευδαιστήσεις. Ήμουν σαν πετραδάκι μέσα σ' ένα μωσαϊκό ‘εν το γίγνεσθαι’. Αυτό μου θυμίζει το λόγο που μου πέταξε μια ‘κομμένη κεφαλή’ όταν σηκώθηκα να φυγω: ‘Από δω και πέρα είσαι ένα σκατωμένο πετραδάκι’. Πού είναι το σωστό; Κι αφού έχω δίκιο, γιατί νιώθω σα...
Τώρα η θετική πλευρά. Ίσως να μην είναι παρά τ' αποτέλεσμα μιας πολυτέλειας, αφού έχω όλον τον καιρό για να σκαλίζω και να βαθαίνω. Πάντως, μένοντας μόνος, ξαναβρήκα τον άνθρωπο· νιώθω πιο ζωντανά τη δυστυχία, τους τρόμους, τις μικρές χαρές του. Καταλαβαίνω καλύτερα τι πάει να πει ξευτελισμός, απελπισία. Τα δικά μου ίσως να μ' ανοίγουνε τα μάτια. Όταν ζεις ομαδικά, θες δε θες, συμμερίζεαι τους ενθουσιασμούς και τις αδιαλλαξίες των συντρόφων σου. Βλέπεις με πολλά μάτια· αλλά δε βλέπεις μάζες, επιφάνειες. Οι αποχρώσεις σου ξεφεύγουν. Λες: ο εχθρός, οι σύμμαχοι... Συγκεκριμένα όμως: Στάσου και σ' έπιασα! Κι οι ‘κομμένες κεφαλές’ η ‘γκιόσα’. Πώς ξοφλάς έτσι, μ' ένα χαρακτηρισμό; Βάλ' το αυτό στην άκρη να το ξεκαθαρίσεις.
Δεν αποκλείεται το πελάγωμά μου να είναι ένα είδος νευρασθένειας, μια συνέπεια της απομόνωσης. Αν βρισκόμουν, έστω και παράνομος, στην Αθήνα, ή στο βουνό με τους αντάρτες, θα πάθαινα το ίδιο; Ή μήπως φταίει το σπίτι με την παράξενη ατμόσφαιρα; Τόσοι άνθρωποι, ναυάγια της καταιγίδας που σαρώνει τον κόσμο, κι αντίς η δυστυχία να τους σμίγει, τους χωρίζει. Λες κι ο καθένας τους φοβάται μην κολλήσει από τον άλλον αρρώστια πιο βαριά απ' αυτή που τον λιώνει. Ένας διάδρομος είναι, κάμαρες από δω, κάμαρες από κει. Οι πόρτες τους μονόφυλλες· όταν είναι ανοιχτές ο γείτονας βλέπει και την πιο κρυφή γωνιά. Τώρα που πιάσαν οι ζέστες τις ανοίγουν συχνά. Κι όμως καθένας τους ζει τυλιγμένος μέσα σ' ένα κύλινδρο μοναξιάς. Όπου πάνε περπατάει μαζί τους. Ο χιτώνας του Νέσσου.