Μία χώρα, δύο λαοί


Της ΕΛΕΝΗΣ ΚΟΧΑΪΜΙΔΟΥ


Η δεκαπεντάχρονη επέτειος της πτώσης του Τείχους γιορτάστηκε με εκδηλώσεις και ομιλίες που δεν θύμιζαν σε τίποτα παλαιότερες εορταστικές «κοσμογονίες», αντάξιες του γνωστού «μέιντ ιν Τζέρμανι».





Ατονες λαϊκές φιέστες μπροστά σ' ένα κακοδιάθετο κοινό και δημόσιες συζητήσεις που έμοιαζαν με απολογισμό μιας τραυματικής εμπειρίας, της επανένωσης των δύο Βερολίνων, έδειξαν την πιο αγέλαστη και βλοσυρή εικόνα μιας Γερμανίας που παλεύει ακόμη με τα φαντάσματα της πρόσφατης ιστορίας της.

Νοσταλγοί του Τείχους, σκεπτικιστές, θυμωμένοι δυτικοί που εκχώρησαν κοινωνικά προνόμια για να πληρωθεί το δυσβάσταχτο κόστος της επανένωσης, ενισχύουν ακόμη περισσότερο το χάσμα ανάμεσα σε δύση και ανατολή, υψώνουν, στη θέση του Τείχους, νοερές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους «παλιούς» και τους «νέους» πολίτες της Ομοσπονδιακής Γερμανίας.

Φόβος εξ Ανατολών

Ενας ιδιότυπος κοινωνικός ρατσισμός ανάμεσα στους «Οσις» (Ανατολικοί) και τους «Βέσις» (Δυτικοί) κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη διαδικασία της ενσωμάτωσης που ξεκίνησε τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου 1989 με τη μαζική έξοδο των Ανατολικογερμανών από το περιβόητο φυλάκιο «Τσεκ Πόιντ Τσάρλι» και βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα, παρά τις οικονομικές «ενέσεις» που δέχθηκε από το κράτος.

Οι «Οσις» παραμένουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και η ολοκλήρωση της επανένωσης, που σημαίνει ισότιμη κοινωνική, εργασιακή και οικονομική συνύπαρξη, είναι, λένε, υπόθεση της επόμενης και της μεθεπόμενης γενιάς.

Ομως στη Γερμανία του 2004 υπάρχει η οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια που γεννά τον φόβο για τον διπλανό, ακόμη κι αν πρόκειται για τον εξ Ανατολών ομοεθνή.

Με τις νέες μεταρρυθμίσεις του καγκελάριου Σρέντερ, ακόμη και η μεσαία τάξη χάνει τα τελευταία προνόμια του περίφημου κοινωνικού κράτους που στήριξαν το μεταπολεμικό γερμανικό θαύμα.

Πολλοί δυτικοί θεωρούν υπεύθυνους για την οικονομική ύφεση και την ανεργία τους ανατολικούς και ένας στους πέντε νοσταλγεί την «ασφάλεια» του Τείχους. Εκατοντάδες χιλιάδες από την πρώην ανατολική πλευρά, «μέτοικοι» για ένα κομμάτι ψωμί και μία τηλεόραση, μετακινήθηκαν προς τη δύση για να βρουν δουλειά υποδαυλίζοντας τις κοινωνικές αντιθέσεις. Και, δυστυχώς, η κυβέρνηση Σρέντερ επιμένει πως το μοντέλο της εσωτερικής μετανάστευσης, που θα καθορίζεται από τις ανάγκες της αγοράς, παραμένει ισχυρό μέσο αντιμετώπισης της ανεργίας.

Ανεργία εναντίον μνήμης

Η Γερμανία, άλλοτε χώρα υποδοχής ξένων εργατών, δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να απορροφήσει τα πέντε εκατομμύρια ανέργους ούτε να σταματήσει το κλείσιμο επιχειρήσεων που άγγιξε φέτος τον αριθμό ρεκόρ των 60.000.

Η θερμή δεκαετία του '80, που σφραγίστηκε λίγο πριν από την εκπνοή της από τη μοναδική πετυχημένη ειρηνική επανάσταση του γερμανικού λαού, είναι ήδη πολύ μακριά.

Σήμερα, ένας στους τρεις Γερμανούς δεν ξέρει τι ακριβώς έγινε στις 9 Νοεμβρίου του 1989 και περίπου η μισή νεολαία, αγνοεί ότι τη μέρα εκείνη η Γερμανία πραγματοποίησε το μεγαλύτερο πολιτικό της όνειρο, την πτώση του μισητού τείχους του Βερολίνου και την επανένωση του λαού της.

Και μόνο οι γηραιότεροι θυμήθηκαν πως η 9η Νοεμβρίου, εκτός από μέρα χαράς είναι και μέρα ντροπής για την πατρίδα τους. Ηταν εντυπωσιακές οι αναφορές στον ημερήσιο τύπο και την τηλεόραση, για το συμβολισμό της ημερομηνίας που μέχρι πρόσφατα περνούσε στη σκιά των εορτασμών για το Τείχος: Πριν από 66 χρόνια, στις 9 Νοεμβρίου 1938, η φασιστική Γερμανία εξαπέλυε πογκρόμ εναντίον των Εβραίων, τη γνωστή ως «νύχτα των κρυστάλλων».