Μια άλλη μέρα, παίζαμε κλέφτες κι αστυνόμους με τα δίδυμα της γειτονιάς, τον Άρη και τον Σπύρο. Ήμασταν οι αστυνόμοι και πανηγυρίζαμε, γιατί είχαμε μπουζουριάσει το δίδυμο των κλεφτών.
Ο Πετρέσκιου μας πλησίασε με αγαθό, επικριτικό ύφος, μας πήρε αγκαλιά και μας είπε με υποψία βουρκώματος:
– Το να κυνηγάς το κακό, δε σε κάνει απαραίτητα καλό, μικρά μου παιδιά!
Πέρασαν χρόνια για να καταλάβουμε πόσο δίκιο είχε ο Πετρέσκιου.
Στα 14 μας, ο Πετρέσκιου έφυγε από την γειτονιά. Δεν τον προλάβαμε στην μετακόμιση, γιατί ήμασταν σχολείο. Όταν γυρίσαμε σπίτι, η μάνα μου μας έδωσε ένα σκάκι που μας το είχε αφήσει δώρο, μαζί μ’ ένα σημείωμα, σε κακή γραμματοσειρά. Πετρέσκιου ιτάλικ μπολντ.
«Είστε τίποτα και τα πάντα μαζί. Είστε φίλοι, γιατί έχετε ψυχή. Αν σταματήσετε να είστε φίλοι κάπου στο δρόμο, χάσατε την ψυχή. Μην την χάσετε. Με αγάπη, ο φίλος σας Eusebie Petresciu». Μας στοίχειωσε…
-Ψήνεσαι ρε Τζο για μια πατρίδα σκάκι; Πάει καιρός.
– Με άριστα το δέκα, σε τι ψυχολογία είσαι για σκάκι, με ρώτησε. (αυτό το «με άριστα το δέκα» το χρησιμοποιούσε συνέχεια ο Τζόσεφ).
– 8, του είπα.
Ήπιε 3 γερές γουλιές κράνα!
– Άμα είναι 8, να παίξουμε.