To Star Wars, όπως και κάθε ιστορία φαντασίας, είναι μια διαδικασία ταύτιστης χαρακτήρων και στερεοτύπων με τον καθένα από εμάς. Κάθε hero/villain, κάθε ψυχική κατάσταση στην οποία αυτοί περιέρχονται, όλα είναι ζήτημα του πως εμείς θα τα αντιμετωπίζαμε, του αν θα θέλαμε να είμαστε στη θέση τους, να είμαστε αυτοί, να έχουμε ζήσει την ιστορία τους.
Αφήνοντας αυτό ως υποσημείωση, αποδεχόμαστε ότι βλέπουμε τις ιστορίες αυτές στο "φυσικό περιβάλλον" όπου ο δημιουργός τους τις τοποθετεί. Δηλαδή, πάντα υπόκινται σε κάποιους "φυσικούς κανόνες" οι οποίοι μπορεί να κάμπτονται, να γίνονται εργαλεία στα χέρια των ηρώων, να αλλάζουν τελείως κάποιες φορές, αρκεί πάντα να τηρούν αυτή την άτυπη σύμβαση που έχει υπογράψει ο δημιουργός με το κοινό του.
Στο The Last Jedi βλέπουμε έναν ήρωα στην πιο κακή ψυχική κατάστασή του, να έχει περιέλθει σε κατάσταση ομηρίας από τα λάθη του παρελθόντος του και αισθανόμενος ότι απέτυχε (σε κάτι από το οποίο προηγουμένως είχε δίχως άλλο βγει νικητής) στην ουσία καταδικάζοντας ό,τι αγαπούσε περισσότερο, περιμένει απλά να περάσουν οι μέρες του και να πεθάνει. Ο Luke Skywalker ποτέ δεν υπήρξε σπουδαίος μαχητής ή σπουδαίος Jedi, δε θα μπορούσε άλλωστε στην ηλικία που εκπαιδεύτηκε. Είχε όμως, για τα θεμέλια αυτού του σύμπαντος, δύο τρομακτικά δυνατούς συμμάχους: την τεράστια σύνδεσή του με τη Δύναμη (από 2 force sensitive γονείς, ο ένας εκ των οποίων πιθανότατα ο ΠΙΟ force sensitive χαρακτήρας όλων) και το purity of heart. Το δεύτερο στοιχείο και η πίστη του στο Καλό, ήταν που έσωσε τον πατέρα του κι όχι η γνώση του πάνω στη Δύναμη, η πίστη του στους Jedi, η πολεμική του ικανότητα. Κι εκεί πέτυχε, εκεί που απέτυχαν οι προηγούμενοι από αυτόν (στο να σώσουν τον Anakin/Vader) κι αυτό έρχεται να φέρει στην επιφάνεια η ταινία του Johnson. Η σκηνή με τον Yoda είναι ένας φόρος τιμής σε έναν από τους σπουδαιότερους Jedi της Old Republic era, τον Qui-Gon Jinn, η παραδοχή ότι ο δογματισμός των Jedi έδωσε χώρο στην αλαζονεία τους και στη Σκοτεινή Πλευρά να επικρατήσουν, καταδικάζοντας τον Γαλαξία.
Ο τρόπος που ο Luke λέει τη λέξη "legend" στη Rey, είναι ανατριχιαστικός, στη συνειδητοποίηση ότι αυτοσαρκάζεται γιατί ουσιαστικά ο ίδιος ξέρει ότι δεν έκανε κάτι το ιδιαίτερο, δεν έγινε ποτέ κάτι το ιδιαίτερο (όπως όλοι οι άλλοι έβλεπαν), αλλά απλά παρέμεινε αγνός στην καρδιά και έσωσε τον πατέρα που νόμιζε για νεκρό, το πιο μισητό ον του Γαλαξία για το οποίο ήταν ο μόνος που αισθάνθηκε ψίγματα καλού. Κι αυτό ακριβώς κάνει την πτώση του μεγαλύτερη, αναφορικά με τον φόβο που ένιωσε απέναντι στον ανηψιό του, ουσιαστικά εκπληρώνοντας ο ίδιος τους φόβους που συναισθάνθηκε για τον νεαρό Solo (δεν μπορώ να τον αποκαλέσω Ben, δε μου πάει η καρδιά με τίποτα).
Το The Last Jedi κατούρησε στα μούτρα (και πολύ καλά έκανε) όλες τις ηλίθιες fan theories (μεγάλο καρκίνωμα το fandom γενικότερα), έστειλε στον αγύριστο (ελπίζουμε, γαμημένε Άμπραμς) αχρείαστους χαρακτήρες (Captain Klasma, Supreme Leader Snoke) και έδωσε διαστάσεις πέρα από τα στεγανά των ταινιών ότι η Δύναμη είναι προνόμιο 2-3 οικογενειών και από εκεί και πέρα η πλέμπα απλά υπάρχει στο παρασκήνιο. Η σκηνή με το force sensitive αγοράκι στο τέλος έιναι μια ΚΑΥΛΑ δίχως άλλο, είναι η μετενσάρκωση των ονείρων και ονειρώξεών μας και τόλμησε περισσότερο από όλες τις υπόλοιπες (πέραν φυσικά του V που έδωσε το μεγαλύτερο plot twist στην ιστορία του κινηματογράφου και ευτυχώς ο Lucas άφησε στην απ' έξω την ιδέα του A Splinter in the Mind's Eye, που ήταν το plan b σε περίπτωση που το A New Hope -σόρρυ Σαμπρέλα μου, το Star Wars, δεν πήγαινε καλά.
Τόλμησε σε πάρα πολλά επίπεδα, έκλεισε το μάτι σε ανθρώπους που είναι πιστοί ακόμα στο EU και είχε σαφώς άτυχες στιγμές, τις οποίες προσωπικά αποδίδω στη γενικότερη πολιτική της Disney, αλλά και στην αθλιότητα VII, το οποίο πέρα από το να παίξει με τη νοσταλγία, απλά άνοιξε τεράστιες τρύπες και τις σκέπασε με ένα πέπλο δήθεν μυστηρίου, συνταγή ξαναζεσταμένου φαγητού από έναν ΜΑΛΑΚΑ σκηνοθέτη, ο οποίος είχε αποτύχει να ολοκληρώσει τη δική του μέτρια ιδέα, πόσο μάλλον το δημιούργημα κάποιου άλλου, ασύγκριτα ΣΠΟΥΔΑΙΟΥΤΕΡΟΥ από αυτόν.





